Toυ Γιώργου Καρακωστίδη.
Η ανασυγκρότηση  οικισμών της Ροδόπης, όπως ο Ίμερος, η Ξυλαγανή, οι Προσκυνητές αλλά και η ιστορική Μαρώνεια οφείλει να αποτελέσει άμεση και αδιαπραγμάτευτη εθνική προτεραιότητα. Οι περιοχές αυτές έχουν πληγεί τα τελευταία χρόνια από μια πρωτόγνωρη και πολυεπίπεδη κρίση (οικονομική, κοινωνική και δημογραφική) που έχει οδηγήσει σε δραματική αποψίλωση του πληθυσμού και σε αποδυνάμωση της τοπικής ζωής.

Σε αυτό το κενό, αναδύεται τα τελευταία χρόνια ένα φαινόμενο ιδιότυπου «εποικισμού», με αλλοδαπούς επενδυτές από γειτονικές χώρες να αποκτούν μαζικά ακίνητα οχι μόνο στους παραπάνω οικισμους που αναφέρθηκαν, αλλά και σε όλους τους κοντινούς παραλιακούς οικισμούς της περιοχής υπό το πρόσχημα της τουριστικής ανάπτυξης Η αδράνεια αυτή ενισχύει φαινόμενα εγκατάλειψης και κοινωνικής αποσάθρωσης, απειλώντας όχι μόνο την τοπική συνοχή αλλά και την εθνική ισορροπία σε μια πολύ ευαίσθητη περιοχή.

Απέναντι σε αυτήν την εξέλιξη, η Πολιτεία οφείλει να υιοθετήσει άμεσα μια συνεκτική στρατηγική στήριξης των κατοίκων και αναγέννησης της περιοχής. Η μείωση ή ακόμη και κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, η ελάφρυνση των δημοτικών τελών, η επιδοτούμενη ανακαίνιση κατοικιών και η ενίσχυση της τοπικής επιχειρηματικότητας είναι ορισμένα από τα άμεσα και αναγκαία μέτρα που μπορούν να ανακόψουν την πορεία μαρασμού.

Ένα στεγαστικό πρόγραμμα τύπου «Σπίτι μου 3», σχεδιασμένο ειδικά για τη Θράκη, θα μπορούσε να αποτελέσει ουσιαστικό εργαλείο για την ενδυνάμωση της παραμονής των νέων και των οικογενειών στους τόπους τους. Μέσω ενός τέτοιου προγράμματος, θα καθίστατο εφικτή όχι μόνο η απόκτηση πρώτης κατοικίας, αλλά και η ανακαίνιση υφιστάμενων ακινήτων, δίνοντας ετσι νέα πνοή και στους οικισμούς της περιοχής.

Ενδεικτικό της οικονομικής πίεσης που βιώνουν σήμερα οι κάτοικοι των οικισμών της Ροδόπης είναι το βάρος της φορολόγησης στην ακίνητη περιουσία. Πολλοί ιδιοκτήτες  κυρίως παλαιών, κλειστών ή ακατοίκητων κατοικιών καλούνται να πληρώνουν σημαντικά ποσά σε φόρους, χωρίς να απολαμβάνουν κανένα ουσιαστικό οικονομικό όφελος. Στους εν λόγω οικισμούς, με βάση τις ισχύουσες αντικειμενικές αξίες, ένας ιδιοκτήτης κατοικίας 100 τ.μ., κατασκευής 1950 ή 1960, με μια μικρή αποθήκη 30-50 τ.μ. εντός οικοπέδου 1.000 τ.μ., έχει καταβάλει από το 2014 μέχρι σήμερα πάνω από 5.500 ευρώ σε ΕΝΦΙΑ και δημοτικούς φόρους. Το αποτέλεσμα; Μια αθόρυβη, αλλά σταθερή μεταβίβαση ακινήτων σε εξωτερικούς παράγοντες με την Πολιτεία, έστω και άθελά της, να ενισχύει αυτή την τάση μέσω της φορολογικής της πολιτικής.

Η ανασυγκρότηση των οικισμών της Ροδόπης δεν μπορεί να στηρίζεται αποκλειστικά σε φορολογικά κίνητρα. Απαιτείται παράλληλα η αναβάθμιση και η δημιουργία βασικών υποδομών, σε οδικό δίκτυο, σε παραλιακό μέτωπο, και φυσικα η εύκολη πρόσβαση σε ιστορικά μνημεία και αξιοθέατα. Η ενίσχυση του τουρισμού, η στήριξη του αγροτικού τομέα και  φυσικά η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας είναι καίριοι άξονες, με τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης. Μέσα από στοχευμένες και ουσιαστικές παρεμβάσεις, μπορεί να ανατραπεί η τάση φυγής και να διαμορφωθεί μια νέα, αισιόδοξη προοπτική για την περιοχή.

«Εμείς θα συνεχίσουμε, όπως κάνουμε σταθερά τα τελευταία τέσσερα χρόνια, να καταθέτουμε προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση, μέχρι η Ροδόπη να αποκτήσει όσα πραγματικά της αξίζουν.»

Η Ροδόπη δεν είναι απλώς μια ακριτική περιοχή. Είναι κόμβος πολιτισμού, ιστορίας, φυσικού κάλλους και μεγάλης στρατηγικής σημασίας. Η ενδυνάμωσή της σήμερα συνιστά ζήτημα όχι μόνο τοπικής ανάπτυξης, αλλά και εθνικής ασφάλειας, περιφερειακής συνοχής και δημογραφικής αναζωογόνησης.

                       Με εκτίμηση                    

                 Καρακωστίδης Γεώργιος