Κατατέθηκε κοινοβουλευτική ερώτηση  προς την υπουργό Παιδείας κ. Νίκη Κεραμέως από τον βουλευτή Ροδόπης, κ. Ιλχάν Αχμέτ, με θέμα την διατήρηση και όχι την σύμπτυξη των 4 τμημάτων της Α΄ και Β΄ Λυκείου στο 1ο ΕΠΑΛ Κομοτηνής, όπως επιτακτικά ζητά ο σύλλογος διδασκόντων, ο σύλλογος γονέων και κηδεμόνων αλλά και τα μαθητικά συμβούλια του οικείου σχολείου. Τα ερωτήματα που διατυπώνονται από τον βουλευτή Ροδόπης είναι τα ακόλουθα:

Α) Σκοπεύετε να διατηρήσετε και όχι να συμπτύξετε στο 1ο ΕΠΑΛ Κομοτηνής τα τεσσάρα (4) τμήματα των μαθητών τόσο της Α’, όσο και της Β΄ Τάξης, για την τρέχουσα σχολική χρονιά 2021-2022, όπως επιτακτικά ζητά ο σύλλογος διδασκόντων του σχολείου μετά και την έντονη διαμαρτυρία του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων καθώς και των μαθητικών συμβουλίων ;

Β) Είναι στις προθέσεις η υλικοτεχνική αναβάθμιση των κτηριακών υποδομών του συγκεκριμένου σχολείου, προκειμένου να διεξάγεται το μάθημα σε αξιοπρεπείς και εκπαιδευτικά αποδεκτές συνθήκες ;

Γ) Είναι στις προθέσεις σας, περιοχές όπως η Κομοτηνή και η Θράκη γενικότερα, με σύνθετες εκπαιδευτικές, κοινωνικές και μαθησιακές συνθήκες, να αντιμετωπίζονται με την δέουσα προσοχή και επίγνωση της πολυπλοκότητας των ζητημάτων ώστε να διευκολύνεται και όχι να δυσχεραίνει περαιτέρω το έργο της λειτουργίας των σχολείων;


 

Παρατίθεται το κείμενο της ερώτησης.

Ερώτηση

Προς: Την Υπουργό Παιδείας & Θρησκευμάτων κα. Νίκη Κεραμέως

Θέμα: Διατήρηση του αριθμού των τμημάτων Α΄ και Β΄ τάξης στο 1ο ΕΠΑΛ Κομοτηνής

 

Ο Σύλλογος των διδασκόντων του 1ου ΕΠΑΛ Κομοτηνής, μετά και από την έντονη διαμαρτυρία τόσο του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων όσο και των μαθητικών συμβουλίων του σχολείου, ζητά  τη διατήρηση των τεσσάρων (4) τμημάτων των μαθητών τόσο της Α’, όσο και της Β΄ Τάξης, για την τρέχουσα σχολική χρονιά 2021-2022 , επικαλούμενος τους παρακάτω πολύ σοβαρούς λόγους:

Η πλειοψηφία των μαθητών ανήκει σε κοινωνικά-οικονομικά ευπαθείς και ευαίσθητες πολυπολιτισμικές πληθυσμιακές ομάδες με ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες  τόσο ως προς τη διαδικασία της διδασκαλίας και μάθησης, όσο και ως προς εκείνη της κοινωνικοποίησης και ομαλής ένταξής τους στο σχολικό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.

Πιο συγκεκριμένα το μαθητικό δυναμικό του συγκεκριμένου σχολείου είναι 275 άτομα (252 μαθητές και 23 μαθήτριες). Μεγάλο μέρος εξ αυτών προέρχεται από τη μουσουλμανική μειονότητα και έχει επομένως ανεπαρκή ή και εντελώς μηδενική γνώση της ελληνικής γλώσσας. Επιπλέον, η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών προέρχεται από κατώτερα κοινωνικά στρώματα που μαστίζονται από τη φτώχεια, την ανεργία, αλλά και από σοβαρά οικογενειακά προβλήματα. Ως εκ τούτου πολύ συχνά παρουσιάζουν και περαιτέρω μαθησιακά προβλήματα, περίπλοκα θέματα υγείας, καθώς και δυσεπίλυτα ζητήματα συμπεριφοράς και προσαρμογής στο περιβάλλον του σχολείου. Έχει ακόμη ιδιαίτερη σημασία να τονιστεί ότι μεγάλο μέρος αυτού του μαθητικού πληθυσμού προέρχεται από χωριά, μερικά εκ των οποίων είναι εξαιρετικά απομακρυσμένα από την Κομοτηνή, γεγονός που δυσχεραίνει και τη δική τους καθημερινή πρόσβαση αλλά και την επικοινωνία του σχολείου με τους γονείς τους.

Το σχολείο παρουσιάζει συνεπώς αξιοσημείωτες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες. Αντί αυτό να λαμβάνεται υπ’ όψιν και να διευκολύνεται η ήδη επίπονη και δύσκολη μαθησιακή διαδικασία, λαμβάνεται αντίθετα μία απόφαση (με την αύξηση των μαθητών ανά τμήμα) που τη δυσχεραίνει  ακόμη περισσότερο. Και αυτό μάλιστα από τη στιγμή που δεν ζητήθηκε καν από την εκπαιδευτική κοινότητα καμία ειδική μέριμνα και μεταχείριση, αλλά απλώς έγινε ο χωρισμός τμημάτων που ήταν εντελώς μέσα στο πλαίσιο του νόμου.

Ειδικά ως προς το ενδεχόμενο σύμπτυξης των τμημάτων της Β΄ Τάξης, η δυσχέρεια θα είναι ακόμη πιο έντονη, γιατί είναι τέτοια η μορφή και η σύνθεση των τμημάτων Ειδικοτήτων, που ουσιαστικά μηδενίζει τη δυνατότητα περαιτέρω σύμπτυξης σε 3 τμήματα Γενικής Παιδείας, καθώς κάτι τέτοιο θα επιφέρει την επικάλυψη και σύγκρουση τμημάτων Ειδικότητας στα εργαστήρια και θα έχει ως περαιτέρω συνέπεια την αδυναμία έκδοσης προγράμματος.

Πέραν των ανωτέρω, αξίζει να τονιστεί ότι το σχολείο αυτό λειτουργεί σε ένα απαρχαιωμένο και εξαιρετικά προβληματικό περιβάλλον από άποψης κτιριακών και υλικοτεχνικών υποδομών. Πιο συγκεκριμένα, αντιμετωπίζει έντονο πρόβλημα θέρμανσης, ελλιπούς εργαστηριακού εξοπλισμού και στεγανότητας (ενδεικτικό ότι σε κάθε μεγάλη κακοκαιρία τα εργαστήρια πλημμυρίζουν, όπως συνέβη με ιδιαίτερα δραματικό τρόπο και πολύ πρόσφατα, μετά την καταιγίδα της 11ης Οκτωβρίου 2021). Στις επιβαρυμένες αυτές μαθησιακές συνθήκες είναι άδικο να προστεθεί και μία ακόμη, με τη δημιουργία πολυπληθών τμημάτων.

Να επισημανθεί επίσης το βάσιμο ενδεχόμενο να υπάρξουν προσαυξήσεις στο μαθητικό δυναμικό του σχολείου λόγω μετεγγραφών, που εφόσον συμβούν, θα επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο το πρόβλημα των ήδη πολυπληθών (λόγω της σύμπτυξης) τμημάτων.

Τέλος, είναι δεδομένες οι επιβαρυμένες υγειονομικές συνθήκες εξαιτίας της τρέχουσας πανδημίας, που ειδικά στην περιοχή μας εμφανίζονται μάλιστα ακόμη πιο επιβαρυμένες λόγω του χαμηλού καταγεγραμμένου ποσοστού εμβολιασμών.

Τη στιγμή που λειτουργούν συγκεκριμένα υγειονομικά πρωτόκολλα και βρίσκονται σε ισχύ μέτρα που επιτάσσουν την αραίωση των τμημάτων και τις αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ των μαθητών και ενώ επιπλέον στο 1ο ΕΠΑΛ Κομοτηνής έχουν ήδη εμφανιστεί και συνεχίζουν να εμφανίζονται κρούσματα covid, δεν είναι δυνατόν να επιβαρύνεται η κατάσταση και να αυξάνεται ο κίνδυνος για την υγεία μαθητών και εκπαιδευτικών.

Ερωτάσθε συνεπώς:

Α) Σκοπεύετε να διατηρήσετε και όχι να συμπτύξετε στο 1ο  ΕΠΑΛ Κομοτηνής τα τεσσάρα (4) τμήματα των μαθητών τόσο της Α’, όσο και της Β΄ Τάξης, για την τρέχουσα σχολική χρονιά 2021-2022, όπως επιτακτικά ζητά ο σύλλογος διδασκόντων του σχολείου μετά και την έντονη διαμαρτυρία του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων καθώς και των μαθητικών συμβουλίων ;

Β) Είναι στις προθέσεις η υλικοτεχνική αναβάθμιση των κτηριακών υποδομών του συγκεκριμένου σχολείου, προκειμένου να διεξάγεται το μάθημα σε αξιοπρεπείς και εκπαιδευτικά αποδεκτές συνθήκες ;

Γ) Είναι στις προθέσεις σας, περιοχές όπως η Κομοτηνή και η Θράκη γενικότερα, με σύνθετες εκπαιδευτικές, κοινωνικές και μαθησιακές συνθήκες, να αντιμετωπίζονται με την δέουσα προσοχή και επίγνωση της πολυπλοκότητας των ζητημάτων ώστε να διευκολύνεται και όχι να δυσχεραίνει περαιτέρω το έργο της λειτουργίας των σχολείων;