Η ΝΕΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ
του Δρ. Ευριπίδη Στ. Στυλιανίδη
Βουλευτή Ροδόπης ΝΔ – π. Υπουργού
Επικ. Καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
Θεσμικές εγγυήσεις της Περιφερειακής Ανάπτυξης
H πρόσφατη οικονομική κρίση, η μεγαλύτερη μετά το Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο που έπληξε την Ελλάδα, ανέπτυξε την φυγόκεντρο δύναμη, απογυμνώνοντας δημογραφικά την περιφέρεια από τα πιο δυναμικά τμήματα του νέου κυρίως πληθυσμού. Κάποιοι νέοι επέλεξαν τα μεγάλα αστικά κέντρα της Χώρας αναζητώντας ευκαιρίες. Οι περισσότεροι όμως νέοι επιστήμονες, επαγγελματίες, επιχειρηματίες, αγρότες, τα δημιουργικότερα κομμάτια του πληθυσμού, επέλεξαν το εξωτερικό για να ξεκινήσουν μια καινούργια καριέρα και μια νέα ζωή, κυρίως διότι η ιδιαίτερη πατρίδα τους δεν τους προσέφερε θέσεις εργασίας ανάλογες των προσόντων τους.
Η Ελλάδα παρότι επί χρόνια επένδυσε στην εκπαίδευση της νέας γενιάς, υπέστη μια απίστευτη αιμορραγία εγκεφάλων τη περίοδο 2010-2020 κατά κύριο λόγο δε από την Ελληνική περιφέρεια. Ο δημογραφικός μαρασμός έπαψε πλέον να οφείλεται μόνο στην υπογεννητικότητα ή στην χαμηλή ταχύτητα των γεννήσεων. Επιδεινώθηκε από την αστυφιλία και κυρίως από τη μετανάστευση. Η κεντρομόλος δύναμη που επανεμφανίστηκε κατά την υγειονομική κρίση που ακολούθησε, επειδή η Ελλάδα διαχειρίστηκε με επιτυχία το πρώτο κύμα COVID-19, δεν ήταν αρκετή για να ισορροπήσει το κύμα φυγής. Οι όποιες επιστροφές φαίνεται να είναι πιο περιορισμένες και να μην συντελούνται τόσο στην ελληνική περιφέρεια, όσο στα μεγάλα αστικά κέντρα. Έτσι η επαρχία καθίσταται το πρώτο θύμα της κρίσης, της στασιμότητας, της ανεργίας, της ύφεσης.
Η εξέλιξη αυτή δεν αιφνιδίασε της Ευρώπη, η οποία από πολύ νωρίς είχε ξεκινήσει την προσπάθεια αντιμετώπισης των περιφερειακών ανισοτήτων υλοποιώντας πολιτικές προώθησης της κοινωνικής – πολιτικής συνοχής και της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Από το 2001, όταν ξεκίνησε η συζήτηση για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα στη Συνέλευση για το Μέλλον της Ευρώπης υπό το πρώην Γάλλο Πρόεδρο Ζισκάρ Ντεστέν, είχα την ευκαιρία μαζί με τη συνάδελφο Μαριέττα Γιαννάκου, εκπροσωπώντας το Ελληνικό Κοινοβούλιο, να καταθέσουμε πρόταση για την αναπτυξιακή και δημογραφική ενίσχυση των υποβαθμισμένων, νησιωτικών, ορεινών και διασυνοριακών περιοχών. Μπορεί η προσπάθεια για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα να μην ευοδώθηκε, ωστόσο στη νέα Θεμελιώδη Συνθήκη της Λισαβώνας για τη Λειτουργία της ΕΕ στο άρθρο 174 θεσμοθετήθηκε η πρόταση μας:
« Η Ένωση, προκειμένου να προαχθεί η αρμονική ανάπτυξη του συνόλου της, αναπτύσσει και εξακολουθεί τη δράση της με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής της συνοχής. Η Ένωση αποσκοπεί, ιδιαίτερα, στη σημείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών και στη μείωση της καθυστέρησης των πλέον μειονεκτικών περιοχών. Μεταξύ των εν λόγω περιοχών, δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις αγροτικές περιοχές, τις περιοχές που συντελείται βιομηχανική μετάβαση και τις περιοχές που πλήττονται από σοβαρά και μόνιμα φυσικά ή δημογραφικά προβλήματα, όπως οι υπερβόρειες περιοχές που είναι ιδιαίτερα αραιοκατοικημένες και οι νησιωτικές, διασυνοριακές και ορεινές περιοχές.»
Την πολιτική αυτή στη συνέχεια την καταστήσαμε και Συνταγματική Επιταγή του Ελληνικού Συντάγματος στο άρθρο 106 παράγραφος 1, διάταξη που ξανασυζητήσαμε εκτενώς επικαιροποιώντας την συνολική πολιτική βούληση και κατά την τελευταία Αναθεώρηση το 2019, όπου είχα την τιμή να προεδρεύω στην αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Θ´ Αναθεωρητικής Βουλής:
«Άρθρο 106 παρ. 1, Για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και τη προστασία του γενικού συμφέροντος το κράτος προγραμματίζει και συντονίζει την οικονομική δραστηριότητα στη Χώρα, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει την οικονομική ανάπτυξη όλων των τομέων της εθνικής οικονομίας. Λαμβάνει τα επιβαλλόμενα μέτρα για την αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, από την ατμόσφαιρα και τα υπόγεια ή υποθαλάσσια κοιτάσματα, για την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης και την προαγωγή ιδίως της οικονομίας των ορεινών, νησιωτικών και παραμεθόριων περιοχών.»
Η πολιτική αυτή εξειδικεύτηκε από τους νόμους 3852/2010 (πρόγραμμα Καλλικράτης) άρθρα 94,209 και Ν.4071/2012 άρθρο 4.